Έχουν περάσει 12 μέρες μετά την καταστροφική πλημμύρα Daniel, η οποία χτύπησε με απίστευτη μανία όλη την Θεσσαλία και τους νομούς Μαγνησίας, Καρδίτσας, Λάρισας και Τρικάλων προκαλώντας τον θάνατο 17 ανθρώπων και ανυπολόγιστες καταστροφές στην ευρύτερη περιοχή. Οι καταγραφές για τις περιουσίες που χάθηκαν καθώς δεκάδες σπίτια πλημμύρισαν, τις οικοσκευές οι οποίες στο σύνολο τους βγήκαν μη χρησιμοποιήσιμες, μαζί με τα αυτοκίνητα, τα τρακτέρ και ότι άλλο καταστράφηκε από τα ορμητικά νερά και τα φερτά υλικά που παρέσυραν οι χείμαρροι δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, ιδίως στα ορεινά χωριά, τα οποία παραμένουν μη προσβάσιμα.
Παράλληλα το πρόβλημα με το πόσιμο νερό σε αρκετές περιοχές παραμένει, καθώς πολλές δεν υδροδοτούνται καθόλου, ενώ σε άλλες που το νερό φθάνει είναι ακατάλληλο τόσο προς πόση όσο και προς χρήση για την καθημερινή λάτρα. Και παραμένει άγνωστο επί του παρόντος, πότε θα μπορέσει να λυθεί αυτό το τόσο σημαντικό πρόβλημα για την καθημερινή διαβίωση των κατοίκων με όλες τις υφιστάμενες δυσκολίες.
Μεγάλη καταστροφή στο ορεινό οδικό δίκτυο
Μην λησμονούμε άλλωστε ότι το οδικό δίκτυο σε πολλές από τις ορεινές περιοχές των παραπάνω νομών παραμένει ολοκληρωτικά κατεστραμμένο, γεγονός που δημιουργεί τεράστια προβλήματα στην καθημερινή διαβίωση των πληγέντων κατοίκων. Το αγροτικό οδικό δίκτυο δεν θα μπορούσε να έχει μείνει αλώβητο μιας και πολλοί δρόμοι βρέθηκαν κάτω από το νερό, καλυπτόμενοι από φερτά υλικά και μπάζα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της Ζαγοράς, όπου ο τοπικός συνεταιρισμός που παράγει τα ομώνυμα μήλα, τις προηγούμενες ημέρες απεύθυνε έκκληση στις αρχές να προχωρήσουν στο άνοιγμα νέων δρόμων καθώς είναι παντελώς κατεστραμμένο «το εσωτερικό αγροτικό οδικό δίκτυο και αυτό αποτελεί κομβικότατο ζήτημα ενόψει περιόδου συγκομιδής μήλων αλλά και καστάνων», όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή του. Πέρα από την συγκομιδή της σοδειάς θα πρέπει να γίνει και η καταγραφή των ζημιών που έχουν πάθει τα δένδρα και οι καλλιέργειες γενικώς.
Το κατεστραμμένο σιδηροδρομικό δίκτυο
Σε τρία σημείο του νομού Καρδίτσας, το σιδηροδρομικό δίκτυο είναι παντελώς κατεστραμμένο, εξαιτίας των πλημμυρών, των λιμναζόντων εδώ και μέρες υδάτων αλλά και των φερτών υλικών (πέτρες, κλαδιά, δέντρα, λάσπες κ.α.) που έχουν συσσωρευτεί σε διάφορα σημεία.
Όπως φαίνεται από τις εικόνες που ακολουθούν θα πάρει πάρα πολύ καιρό προκειμένου να αποκατασταθούν πλήρως οι ζημιές σε πολλά τμήματα του σιδηροδρομικού δικτύου από την καταστροφική θεομηνία ούτως ώστε να επανέλθει σε λειτουργία. Φαίνεται χαρακτηριστικά πως το έδαφος έχει υποχωρήσει από τον τεράστιο όγκο υδάτων, που δέχθηκε από την ισχυρή καταιγίδα.
Οι φωτογραφίες από το Νέο Mοναστήρι, την γέφυρα στο Πολυνέρι και την γέφυρα Ορφανών Καρδίτσας, απεικονίζουν το μέγεθος της καταστροφής.
Τεράστιες ζημιές σε φωτοβολταϊκά πάρκα
Ανυπολόγιστες είναι και οι ζημιές που έχουν προκληθεί και στα φωτοβολταϊκά πάρκα που βρίσκονται σε συγκεκριμένες τοποθεσίες του νομού Καρδίτσας.
Η καταστροφή είναι ολοκληρωτική, καθώς τα λιμνάζοντα ύδατα από την κακοκαιρία κάλυψαν σε πολλά σημεία μέχρι πάνω τόσο τα φωτοβολταϊκά, όσο και τους μετασχηματιστές, οι οποίοι βραχυκύκλωσαν και τέθηκαν εκτός λειτουργίας. Παράλληλα οι χώροι έχουν γεμίσει από στάσιμα νερά, λάσπη και τόνους φερτών υλικών που παρασύρθηκαν από τους χειμάρρους.
Θα χρειαστεί πάρα πολύς καιρός για να αποκατασταθούν οι καταστροφές που προκλήθηκαν στα φωτοβολταϊκά πάρκα τα οποία εκμεταλλεύονται ιδιώτες, πουλώντας το παραγόμενο ρεύμα στη ΔΕΗ αλλά και στις υφιστάμενες ιδιωτικές εταιρείες.
Η υφιστάμενη σύμβαση παραχώρησης ρεύματος είναι για 20 χρόνια, οπότε γίνεται κατανοητό πως θα πρέπει να δοθεί μια εύλογη χρονική παράταση προς τους πληγέντες στην περιοχή της Θεσσαλίας για τουλάχιστον 1-2 χρόνια προκειμένου να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις συμβάσεις που έχουν υπογράψει οι ιδιώτες των πάρκων. Ζητούν λοιπόν οι πληγέντες την παράταση της σύμβασης με τον ΔΑΠΕΕΠ με τους ίδιους όρους.
Χαρακτηριστικά να αναφέρουμε πως ένα φωτοβολταϊκό εκτός λειτουργίας σημαίνει λιγότερη παραγωγή φθηνής ενέργειας για την χώρα, άρα μεγαλύτερη εξάρτηση από φυσικό αέριο κάτι που κάνει ορατό τον κίνδυνο για την αύξηση της τιμής στην ενέργεια.
Μάλιστα για τις ζημιές στα φωτοβολταϊκά πάρκα δεν έχουν ανακοινώσει τίποτα οι κυβερνητικές Αρχές.
Οι ανωτέρω εικόνες από τα Ορφανά και τη Λευκή Καρδίτσας όπως και από την και περιοχή Πασχαλίτσα στην Καρδίτσα, είναι χαρακτηριστικές των ανυπολόγιστων σε αξία καταστροφών.
Ολική καταστροφή στις αποθήκες παραγωγών και εμπόρων με δημητριακά στα Φάρσαλα
Ολική καταστροφή όμως, έχουν υποστεί και οι καλλιεργητές γης στα Φάρσαλα, τόσο στην συγκομιδή δημητριακών που είχαν συγκεντρώσει στις αποθήκες τους και προοριζόταν για να την διαθέσουν προς πώληση, όσο και στις υφιστάμενες καλλιέργειές τους. Οι τόνοι των σιτηρών και άλλων δημητριακών που βρίσκονταν αποθηκευμένες σε σιλό, μιας και διοχετευόταν στην αγορά τον Σεπτέμβριο όταν και συνήθως ανεβαίνει η τιμή τους, έχουν καταστραφεί ολοσχερώς.
Το «λασπωμένο» στάρι και σαπισμένο σιτάρι, δεν είναι κατάλληλο πλέον ούτε για ζωοτροφή, οπότε η μόνη λύση είναι να χρησιμοποιηθεί ως λίπασμα στα χωράφια. Μιλάμε βέβαια για πολλούς τόνους, καθώς τεράστιες αποθήκες με σιτηρά έχουν γεμίσει από το στάσιμο νερό τόσων ημερών. Θα πρέπει λοιπόν να αποζημιωθούν οι αγρότες τόσο για την παραγωγή τους που πάει για …λίπασμα, όσο και για τα καλλιεργήσιμα εδάφη τους που καταστράφηκαν.
Ένα ακόμη ερώτημα που χρήζει απάντησης, είναι κατά πόσο μπορεί να θεωρηθεί πλέον γόνιμο και υγειονομικά- το έδαφος για καλλιέργεια, όταν πάνω σε αυτό έχουν πνιγεί εκατοντάδες ζώα, τα οποία πλέον σαπίζουν και με την ζέστη που υπάρχει τις τελευταίες μέρες στην περιοχή.
Μια ακόμη θλιβερή συνέπεια της κακοκαιρίας και της ολικής καταστροφής των αγροτικών επιχειρήσεων, είναι ότι οι εργάτες γης φεύγουν από τα χωράφια βλέποντας ότι δεν θα έχουν δουλειά για αρκετό καιρό.
Οι μόνιμοι κάτοικοι λοιπόν, που ασχολούνται με την γεωργία και ζουν από αυτή κάνουν έκκληση, για πάγωμα των δόσεων στα δάνεια ου έχουν πάρει και φυσικά για την μη προσθήκη επιτοκίων, ενώ θα ζητήσουν νέα δάνεια με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους προκειμένου να μπορέσουν να ξαναχτίσουν εκ του μηδενός, ότι καταστράφηκε από τη θεομηνία.
Αξίζει να αναφέρουμε ακόμη ότι στα Φάρσαλα το νερό του δικτύου παραμένει ακατάλληλο προς πόση, ακόμη δε και για οποιαδήποτε άλλη καθημερινή χρήση, τόσο για τους ανθρώπους όσο και για τα ζώα που έχουν απομείνει.
Απώλειες σε χιλιάδες μελίσσια από τις καταστροφικές πλημμύρες
«Η φονική θεομηνία που έπληξε πρόσφατα τη Θεσσαλία προκάλεσε ανυπολόγιστες καταστροφές στο σύνολο της αγροτικής παραγωγής της περιοχής. Ο κλάδος της μελισσοκομίας, δεν έμεινε ανεπηρέαστος. Από τα πρώτα διασταυρωμένα στοιχεία, οι απώλειες ανέρχονται σε 45 χιλιάδες μελίσσια». Αυτά μεταξύ άλλων τονίζει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Αλέξανδρος Παπαχριστοφόρου, επίκουρος καθηγητής Εφαρμοσμένης Μελισσοκομίας στο Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ως μια πρώτη εκτίμηση των επιπτώσεων της κακοκαιρίας Daniel και στη μελισσοκομία.
Υπολογίζεται όμως, σύμφωνα με τον ίδιο, ότι ο συνολικός αριθμός θα υπερβεί τις 60 χιλιάδες, χωρίς να αποκλείεται να φτάσει ή και να ξεπεράσει τις 80 χιλιάδες νεκρά μελίσσια, για να εξηγήσει:
«Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν καταστράφηκαν μόνο μελίσσια των ντόπιων μελισσοκόμων αλλά και συναδέλφων τους από άλλες περιοχές της χώρας, οι οποίοι τα είχαν μεταφέρει στους νομούς της Θεσσαλίας είτε για ανάπτυξη πριν τις μελιτοεκκρίσεις των πευκοδασών είτε για συλλογή μελιών από τις τοπικές μελιτοφορίες. Οι ζημιές είναι πολυδιάστατες επεκτείνονται στην απώλεια της επερχόμενης παραγωγής σε φθινοπωρινό μέλι και στο αδυνάτισμα των μελισσιών που επέζησαν λόγω παντελούς έλλειψης τροφής στις πλημμυρισμένες εκτάσεις. Τα μελίσσια αυτά κινδυνεύουν με αποδεκατισμό τον επερχόμενο χειμώνα. Πέρα από τα πιο πάνω, η απώλεια δισεκατομμυρίων μελισσών, μειώνει δραματικά το “επικονιαστικό δυναμικό” στην περιοχή, γεγονός που θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην παραγωγή τροφής, στη βιοποικιλότητα και στο φυσικό περιβάλλον της Θεσσαλίας».
Ο επίκουρος καθηγητής Εφαρμοσμένης Μελισσοκομίας στο Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας αναφέρεται και σε οδηγίες προς τους πληγέντες μελισσοκόμους.
Μόλις οι συνθήκες το επιτρέψουν, τονίζει, οι πληγέντες μελισσοκόμοι θα πρέπει να προβούν σε μέτρα για τον περιορισμό των συνεπειών από τις πλημμύρες:
– Θα πρέπει να καταστρέψουν άμεσα (κατά προτίμηση με καύση) τις κηρήθρες από τα πνιγμένα μελίσσια. Η αποθήκευση και πιθανή μελλοντική χρήση, δεν επιτρέπεται! Η παραμονή των κηρηθρών σε επαφή με τα ακάθαρτα και μολυσμένα ύδατα, έχει επιβαρύνει ανεπανόρθωτα το κερί με ουσίες και μικροβιακό φορτίο το οποίο εγκυμονεί κινδύνους για την ανάπτυξης νέων μελισσιών σε αυτές.
– Μέλι και γύρη που βρίσκονται σε κηρήθρες νεκρών μελισσιών, πρέπει επίσης να καταστραφούν άμεσα. Πιθανή χρήση για τροφοδότηση διασωθέντων μελισσιών επιμολύνει και τα υγιή μελίσσια.
– Η καταστροφή κηρηθρών και αποθεμάτων τροφών από τα νεκρά μελίσσια πρέπει να είναι άμεση για να αποφευχθεί ο κίνδυνος λεηλασίας από τα εναπομείναντα μελίσσια.
– Οι κυψέλες, μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν αν πλυθούν και απολυμανθούν σχολαστικότατα, αφού στεγνώσουν. Συνιστάται η χρήση φλογίστρου για πρόσθετη απολύμανση.
– Επιβάλλεται, όπου είναι εφικτό, η μεταφορά των μελισσιών που διασώθηκαν σε ανθοφορίες φθινοπωρινής ερείκης και πολύκομπου για αναγέννηση των πληθυσμών.
– Αν η μεταφορά των μελισσιών είναι αδύνατη, καλό είναι να εφαρμοστεί τροφοδότηση, τόσο με σάκχαρα όσο και με πρωτεϊνική τροφή (γυρεόπιτες, υποκατάστατα γύρης).
Οι αρμόδιες αρχές, θα πρέπει να στηρίξουν άμεσα την αποζημίωση και ενίσχυση των μελισσοκόμων. Κάποια έκτακτα μέτρα που προτείνονται, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι η παράκαμψη της υποχρέωσης δήλωσης των απωλειών στο ηλεκτρονικό μητρώο (για να μην χαθεί η δυνατότητα επιδότησης της επόμενης χρονιάς), η μη επιβάρυνση από τον ΕΛΓΑ της επιθεώρησης (με το ποσό των 2 ευρώ ανά κυψέλη) και η ενδεχόμενη επιδότηση της παραγωγής και διάθεσης ελληνικών μελισσοτροφών προς τους πληγέντες. Λόγω του πολύ χαμηλού ποσού της αποζημίωσης ανά μελίσσι, καλό θα ήταν να προβλεφθεί και αποζημίωση από την ολοκληρωτική απώλεια της παραγωγής μελιού. Οι επιθεωρήσεις πρέπει να είναι άμεσες και όχι ετεροχρονισμένες για να μειωθεί ο κίνδυνος επιμολύνσεων άλλων μελισσιών. Η μελισσοκομία πρέπει να στηριχθεί από το κράτος καθώς με τη σειρά της, θα μπορέσει να στηρίξει την αναγέννηση της φύσης στη Θεσσαλία, μέσω της επικονίασης, όπως υπογραμμίζει.
«Μέσα στις ερχόμενες 10 ημέρες, το Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, θα καλέσει σε ανοικτή συζήτηση στις εγκαταστάσεις του, πληγέντες μελισσοκόμους και αρμόδιους φορείς. Μέσω του επιστημονικού προσωπικού του, θα συμβάλει εθελοντικά σε κάθε προσπάθεια στήριξης της μελισσοκομίας αλλά και της ζωικής παραγωγής της Θεσσαλίας, στο σύνολό της» καταλήγει.
Καταστροφές στο 70% στη βαμβακοκαλλιέργεια
Σχεδόν το 70% στη βαμβακοκαλλιέργεια της Θεσσαλίας εκτιμάται ότι έχει υποστεί καταστροφές από τη θεομηνία «Ντάνιελ», με την παραγωγή στη περιοχή να αναμένεται μειωμένη τουλάχιστον κατά 50-60%, κάτι που συνολικά θα επηρεάσει την παραγωγή της χώρας κατά 15-20%.
Σύμφωνα με στοιχεία, από τα 2,5 εκατομμύρια στέμματα που καλλιεργούνται σε όλη τη χώρα, τα 800.000 στρέμματα περίπου (32%) βρίσκονται στη Θεσσαλία.
Από τα 800 χιλ. στρέμματα, 410 χιλ. στρέμματα περίπου καλλιεργούνται στην περιφερειακή ενότητα Καρδίτσας, 270 χιλ. στρέμματα στη Λάρισα, 93 χιλ. στρέμματα στην περιφερειακή ενότητα Τρικάλων και 37 χιλ. στρέμματα περίπου στη Μαγνησία.
Μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Προϊστάμενος Εθνικού Κέντρου Ταξινόμησης Βάμβακος – ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, Δρ. Νταράουσε Μωχάμεντ ανέφερε ότι «οι ζημιές από την κακοκαιρία ευρίσκουν τη βαμβακοκαλλιέργεια αρκετά όψιμη, λόγω των προηγούμενων καιρικών συνθηκών. Μεγάλο ποσοστό των “καρυδιών” δεν έχει ανοίξει ακόμα» κάτι που σύμφωνα με τον ίδιο σημαίνει ότι «ανάλογα με τη διάρκεια και το ύψος του νερού που καλύπτει την καλλιέργεια, πέραν από τις άμεσες καταστροφές, το μεγάλο ποσοστό των “καρυδιών” δύσκολα θα ανοίξει ή δεν θα έχει κανονικό άνοιγμα».
Το ύψος του νερού που βρίσκεται σε κάθε αγροτεμάχιο παίζει σημαντικό ρόλο μιας και σε περίπτωση που είναι χαμηλότερο από το φυτό «η ζημιά θα είναι μικρότερη, όμως η παραγωγή θα είναι πολύ μειωμένη, ίσως σε τέτοιο βαθμό που η συλλογή του προϊόντος δεν είναι συμφέρουσα οικονομικά» σύμφωνα με τον κ. Νταράουσε.
Στη Θεσσαλία λειτουργούν περίπου 20 εκκοκκιστήρια μεγάλος αριθμός των οποίων έχουν υποστεί μεγάλες ζημιές στις υποδομές και στον εξοπλισμό. Όπως είπε στο ΑΠΕ ο κ. Νταράουσε «ίσως να υπάρχει και μεγάλη απώλεια σε αποθηκευμένο εκκοκκισμένο βαμβάκι της προηγούμενης εκκοκκιστικής περιόδου. Το φαινόμενο αυτό ίσως να είναι πιο έντονο στα εκκοκκιστήρια του Νομού Καρδίτσας που έχει το μεγαλύτερο αριθμό εκκοκκιστηρίων».
Τεράστιο το πλήγμα στη ζωική παραγωγή
Μεγάλο πλήγμα δέχθηκε και η ζωική παραγωγή της Θεσσαλίας, όπου πολλοί κτηνοτρόφοι έχουν δει το ζωικό τους κεφάλαιο να έχει καταστραφεί ολοσχερως. Σύμφωνα με τα στοιχεία από τον ΕΛΓΑ, μέχρι την Παρασκευή το απόγευμα οι δηλωμένες απώλειες σε αιγοπρόβατα ανέρχονται σε 67.041, στα βοειδή σε 5.698, στα μελισσοσμήνη σε 47.666, στους χοίρους σε 20.097 και στα πτηνά σε 126.416.
Μέχρι το ίδιο διάστημα οι αρμόδιες υπηρεσίες είχαν συλλέξει και διαχειριστεί (σ.σ. υγειονομική ταφή ή καύση) 29.786 νεκρά αιγοπρόβατα, 16.105 χοίρους, 72 βοοειδή και 49.300 πτηνά.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα σε όλη αυτή τη διαδικασία είναι η προσέγγιση των σημείων όπου βρίσκονται τα νεκρά ζώα, μιας και οι δρόμοι που οδηγούν στις περισσότερες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις έχουν καταστραφεί, ενώ το περιβάλλον όπου γίνονται οι επιχειρήσεις είναι συνεχώς μεταβαλλόμενες, μιας και η στάθμη του νερού παρουσιάζει διακυμάνσεις από περιοχή σε περιοχή.
Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης είχε από το 2020 Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης νεκρών ζώων. «Πάνω σε αυτό βασιστήκαμε, συνεπικουρούμενοι από πάρα πολλά ιδιωτικά σκαφτικά μηχανήματα, υπό την καθοδήγηση των κτηνιάτρων της Περιφέρειας Θεσσαλίας, οι οποίοι και διαχειρίζονται την κρίση» ανέφεραν και προσθέτοντας πως «από το κέντρο επιχειρήσεων στη Λάρισα, καθημερινά αξιολογείται σε ποιες κτηνοτροφικές μονάδες μπορούμε να επιχειρήσουμε και να συντονίσουμε τα συνεργεία και τα μηχανήματα έργου για να γίνεται με ασφαλή υγειονομικό τρόπο η συγκομιδή των νεκρών ζώων, τα οποία στη συνέχεια θα οδηγηθούν για είτε σε κλιβάνους είτε σε ταφή, πάντα τηρουμένων των απαραίτητων υγειονομικών πρωτοκόλλων».
Όλα τα στελέχη της κτηνιατρικής υπηρεσίας και του ΥΠΑΑΤ που βρίσκονται από την πρώτη ημέρα στην περιοχή είναι σε συνεχή επαφή με τους κτηνοτρόφους, προκειμένου να συντονίζονται τα συνεργεία συλλογής των νεκρών ζώων.
Πριν από λίγες ημέρες στη διαδικασία εκτός από την εταιρεία διαχείρισης των νεκρών ζώων έχουν εμπλακεί και 40 στελέχη του Στρατού, τα οποία υπό την καθοδήγηση των κτηνιάτρων της Π.Ε. Θεσσαλίας, επιχειρούν κατά κύριο λόγο σε περιαστικές περιοχές, συλλέγοντας τα εναπομείναντα νεκρά ζώα.
Η ζωική παραγωγή θα αργήσει να επανέλθει στους προηγούμενους ρυθμούς της μιας και για να γίνει αυτό θα πρέπει να υπάρχει παραγωγή ζωοτροφών. Επίσης, πολλές σταβλικές εγκαταστάσεις έχουν πάθει σοβαρές ζημιές και θα πρέπει να δοθούν εκ νέου άδειες προκειμένου να ξεκινήσει ξανά η κατασκευή τους.
Σοβαρές οι απώλειες σε γεωργικό εξοπλισμό
Οι αγρότες εκτός από τις απώλειες που υπέστησαν οι παραγωγές τους είδαν και τον γεωργικό τους εξοπλισμό να έχει πληγεί. Κατεστραμμένοι γεωργικοί ελκυστήρες, θεριζοαλωνιστικές μηχανές, καρούλια και λάστιχα ποτίσματος αλλά και αγωγοί, έχουν “θαφτεί” κάτω από τόνους λάσπης.
Πολλά τρακτέρ έχουν υποστεί ζημιές και χρειάζονται άμεσα επισκευή προκειμένου να μπορέσουν να προλάβουν τη φετινή συγκομιδή αλλά και να προετοιμάσουν τα χωράφια για την επόμενη καλλιεργητική χρονιά.